Πριν πολλά-πολλά χρόνια, για την ακρίβεια 40, ένας φίλος, ο Βαγγέλης, είχε επιστρέψει από το Άγιο Όρος, μας περιέγραψε τις εμπειρίες του και ψηθήκαμε εγώ και ο Χρήστος να το επισκεφτούμε. Μη έχοντας αρκετά χρήματα, ρωτήσαμε αν στο Άγιο Όρος χρειάζονται λεφτά. Μας είπε ότι, εκτός από το διαμονητήριο που τότε εκδίδονταν στις Καρυές, δεν χρειάζονται καθόλου χρήματα. Ως αφελείς νέοι, δεν ρωτήσαμε για την ακριβή ώρα που φεύγει το καραβάκι από την Ουρανούπολη, φτάσαμε καθυστερημένοι και δεν προλάβαμε το καραβάκι, το οποίο τότε έφευγε πολύ νωρίς το πρωί. Οπότε αναγκαστήκαμε να μείνουμε μια νύχτα στην Ουρανούπολη. Με την διανυκτέρευση και το φαγητό, μας απέμειναν ελάχιστα χρήματα.
Την επομένη, πρωί-πρωί, πήραμε το καραβάκι για τη Δάφνη και στη συνέχεια το λεωφορείο για Καρυές. Με τα λιγοστά χρήματα που είχαμε πληρώσαμε το διαμονητήριο -30 ή 50 δραχμές-, δεν θυμάμαι ακριβώς και μείναμε σχεδόν άφραγκοι. Τα ελάχιστα χρήματα που είχαμε δεν ήταν αρκετά για να πάρουμε το λεωφορείο για την μονή των Ιβήρων που ήταν στην άλλη πλευρά του Όρους. Δεν ήμασταν από αυτούς που περπατούσαν από μονή σε μονή. Φυσικά δεν περίσσευε ούτε δεκάρα για την επιστροφή με το λεωφορείο και στη συνέχεια με το καραβάκι στην Ουρανούπολη και στη Δράμα. Ρωτώντας μάθαμε ότι υπήρχε η δυνατότητα τηλεφωνικής επιταγής στα ΕΛΤΑ. Πήγαμε στο τηλεφωνείο, ζητήσαμε από τους δικούς μας να στείλουν χρήματα. Έλα όμως που η τηλεφωνική επιταγή έφτανε την επόμενη ημέρα. Μείναμε κολλημένοι στις Καρυές.
Παντελώς άσχετοι με τα εκκλησιαστικά, καθίσαμε στο περίβολο ενός ωραίου ναού, που μάλλον ήταν ο ναός όπου φυλάσσεται η εικόνα «άξιον εστί» και σκεφτόμασταν πως θα βγαίναμε από το αδιέξοδο. Περνούσε κόσμος, καλόγεροι και κοσμικοί. Ένας σχετικά νέος καλόγερος, χαμογελαστός και με διάθεση για συζήτηση, μας μίλησε και του εξηγήσαμε το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμασταν. Μας είπε ότι σε λίγη ώρα θα περνούσε ένα unimog για την μονή των Ιβήρων. Μας πρότεινε να ζητήσουμε από τον καλόγερο να μας μεταφέρει με το unimog, αλλά θα πείθονταν ευκολότερα αν του λέγαμε κάποια δακρύβρεχτη ιστορία για την ταλαιπωρία που περνάμε, ώστε να μας συγκινηθεί και να μας πάρει στα σίγουρα μαζί του. Στο δικό μας μυαλό, το Άγιο Όρος ήταν ένα μέρος αμόλυντο από όσα γίνονται στον κοσμικό περιβάλλον και η προτροπή από έναν καλόγερο να πούμε ένα τόσο δα μικρό ψεματάκι για να μπορέσουμε να πάμε εκεί που θέλαμε, φάνταζε αδιανόητη.
Τέλος πάντων, παραμείναμε καθιστοί αρκετή ώρα στη σκιά, έξω από το ναό και ένας αυστηρός καλόγερος μας είπε ότι δεν είναι πρέπον να καθόμαστε με τέτοια χαλαρότητα έξω από τον ιερό ναό. Εκνευρισμένοι, αλλά και απογοητευμένοι, μη ξέροντας τι να κάνουμε, συζητώντας για την προτροπή του μοναχού, περπατήσαμε προς τον χώρο όπου αναχωρούσαν τα λεωφορεία. Και ως από μηχανής θεός, εμφανίστηκε ο Γιάννος. Ο Γιάννος είναι δραμινός, σχεδόν συνομήλικος και τον συναντήσαμε στο δρόμο μας. Του εξηγήσαμε το πρόβλημα και μας έδωσε δανεικά.
Έτσι λύθηκε το πρόβλημα και πήραμε το λεωφορείο για την Ιβήρων. Η διαμονή μας δεν κράτησε πολύ, αλλά το υπόλοιπο της ιστορίας σε άλλο σημείωμα.
Γιατί τα θυμήθηκα όλα αυτά; Διάβασα, την προτροπή του Μητροπολίτη Κέρκυρας, να στέλνουν μήνυμα στο 13033, να δηλώνουν ότι θα πάνε για αθλητική δραστηριότητα και αντί γι αυτό να πηγαίνουν στην εκκλησία να κοινωνήσουν και να προσευχηθούν. Δηλαδή, προτρέπει τους πιστούς προκειμένου να συμμετάσχουν στην κοινωνία της αλήθεια, να πουν ένα ψεματάκι.
Και αναρωτιέμαι: είναι δυνατόν να φτάσουμε στην αλήθεια διαβαίνοντας το μονοπάτι του ψέματος; Και δεν αναφέρομαι στη θρησκεία
ΥΓ. Η ιστορία και τα ονόματα είναι αληθινά.
tanzo