Το ότι γίνεται πόλεμος στη Συρία δεν μας αφορά γιατί είναι τόσο μακριά, που σχεδόν δεν υπάρχει για εμάς. Μας ενδιαφέρει μόνο στο βαθμό που οι πρόσφυγες περνάνε από τη χώρα μας (το σπίτι μας που λένε και οι φασίστες) και μολύνουν την αγνότητα της περιούσιας φυλής μας. Μακριά από τον κώλο μας κι ας είναι δέκα μέτρα.
Ένα σκαλί πιο κοντά μας, τώρα που και οι δικές μας ημέρες της αφθονίας τελείωσαν, το φαινόμενο της έλλειψης ακόμη και του βασικότατου αναγκαίου για την επιβίωση του ανθρώπου, της τροφής, και ταυτόχρονα της περίσσειας από άλλους που μέχρι σήμερα το πετάνε στα σκουπίδια, θεωρείται πλέον κάτι φυσιολογικό στη χώρα μας, αλλά και στην πόλη μας. Το ότι η ανθρωπότητα παράγει αρκετά για να θρέψει όλους τους ανθρώπους πάνω στη γη, αλλά εκατομμύρια ανθρώπων δεν έχουν τα στοιχειώδη (τροφή, στέγη, υγεία, παιδία, εργασία) δεν φαίνεται να προβληματίζει πολλούς και είναι αποδεκτό. Αρκεί βέβαια η φτώχια να μη «λερώνει» ακριβώς μπροστά στην πόρτα μας.
Τι είναι αυτό που φταίει και δημιουργούνται οι στρατιές των ανέργων, και των πεινασμένων λίγοι προβληματίζονται. Κάποιοι μάλιστα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι φταίνε οι ίδιοι οι άνεργοι. Δεν μανατζάρισαν καλά των εαυτό τους και απέτυχαν. Έτσι είναι η ζωή στο καπιταλισμό. Χωρίς τους αποτυχημένους δεν θα υπάρχουν πετυχημένοι. Κινητήριος μοχλός της «προόδου» η ανισότητα. Όμως, ας μην το παρακάνουμε. Ναι στην ανισότητα, αλλά ας μην ψοφολογάνε οι αποτυχημένοι μπροστά στην πόρτα μας. Πέρα από την αισθητική μας, έχουμε και μια «ηθική». Πρέπει, τελειώνοντας το ταξίδι μας σ’ αυτόν τον κόσμο να πάμε στον παράδεισο. Αυτό δεν μπορεί να γίνει αν αφήνουμε τους πεινασμένους να ψάχνουν στα σκουπίδια για το φαγητό που εμείς πετάμε. Θα πρέπει να το πετάμε με πιο σικ τρόπο: να το κρεμάμε. Να το χαρίζουμε, γιατί αυτό μας προτρέπει να κάνουμε η «ηθική» μας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ξεκινάμε τη συζήτηση για τις πραγματικές αιτίες της ανισότητας, την δίκαια διανομή του παραγόμενου πλούτου, το δικαίωμα των ανθρώπων σε αξιοπρεπή ζωή.
Αν μάλιστα εκτός από φαγητό, στις κρεμάστρες κρεμάνε και ρούχα, τότε θα περνάει ο ενδεής, θα δοκιμάζει το ρούχο που του κάνει, εκεί στην κρεμάστρα, μπροστά σε όλους, και θα ευχαριστεί τον θεό που βρέθηκαν μερικοί καλοί άνθρωποι και του πρόσφεραν, χωρίς χρηματικό αντίτιμο , το ρούχο και το φαγητό που στερείται. Χωρίς χρηματικό αντίτιμο, όχι όμως χωρίς καθόλου αντίτιμο. Αυτός που θα παίρνει φαγητό και ρούχα από τις δημόσιες κρεμάστρες, θα πληρώνει με την αξιοπρέπειά του, την οποία θα θυσιάζει δημοσίως σε καθημερινή βάση. Μα θα πει κανείς: και ήταν καλύτερα που έψαχνε στα σκουπίδια; Όχι βέβαια. Όμως τότε η αξιοπρέπεια είχε απλώς χαθεί, δεν είχε εξαγοραστεί μ’ αυτήν η συνείδηση αυτών που δεν κάνουν τον κόπο να σκεφτούν τι είναι αυτό που πραγματικά φταίει και υπάρχουν άνθρωποι που στερούνται ακόμη και το φαγητό.
Και είναι προτιμότερο να μην γίνει τίποτα; Όχι. Σίγουρα είναι σε θετική κατεύθυνση όταν κάποιοι σκέφτονται τον συνάνθρωπό τους. Όμως η βοήθεια δεν μπορεί να έχει τη μορφή ελεημοσύνης ούτε να προσβάλει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Και φυσικά, αν αυτή η βοήθεια δεν συνοδεύεται από δημόσιο λόγο που να θίγει τις αιτίες τις φτώχειας, τότε η βοήθεια αυτή περισσότερο έχει σκοπό να σώσει την ψυχή αυτού που βοηθάει και λιγότερο να απαλύνει τον πόνο αυτού που έχει ανάγκη. Κι έτσι από τη μία διαιωνίζεται η ανισότητα και από την άλλη τα συγχωροχάρτια αποκτούν νέα μορφή, αυτή της ελεημοσύνης.
«Ο αγώνας για μια διαφορετική κοινωνία πρέπει να δημιουργεί την κοινωνία αυτή μέσα από τις μορφές πάλης που χρησιμοποιεί», είπε ο Τζων Χόλογουέη
Αν λοιπόν η ελεημοσύνη είναι το μέσον, η μετά θάνατον σωτηρία θα είναι το αποτέλεσμα. Για την παρούσα ζωή, ας μην περιμένουμε και σπουδαία πράγματα.
tanzo